Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2014

Υπόθετα..


Τουν μπάρμπα Μήτσιου προτού πααίν΄στου νιάιμερου, τουν έπιασει Θιρμασιά (πυρετος)
Τούν έδουσει τρία χάπια η Γκουντής . Πάρτα αυτά Μήτσιου κι δα γέντ΄σ΄ένα κι ένα (αμέσως ) καλά. Τά πήρε η Μήτσιους κάθε δύο ώρες, αλλά δεν ήβλιπει γιατρειά. Όταν ξαναπήγε η Γκουντής , Τί φκιάντ΄ς Μήτσιου δε γέρεψες; Ντίπ ρα σι λέου. Τά χάπια ρα Γκουντή τι τρανά που ήταν δεν μπουρούσα να τα γκαταλήσου(καταπιώ). Τί ρα Μήτσοιυ τα είπιες ; Εμ τι χάλευεις να τα κάνου, στου Κώλου δα τ΄άβαζα; ( ΚΙ ΟΜΩΣ ΗΤΑΝ ΥΠΟΘΕΤΑ)

Tφάνι

O φίλος μου ο Φάνης, απο τα Κρανίδια πήγε βίζιτα (επίσκεψη ) μαζί με την κυρά του στο σπίτι του Λίτσιου στο Δέλνο που είχε ύψωμα (γιορτή ). Εκεί που έτρωγαν και έπιναν, σηκώθηκε ένας τρελός αέρας ..Φωνάζει η Λίτσινα του Λίτσιου που είχε πάει στο νουβρό (αυλή ) να πάρει ξύλα...Λίτσιου, έλα γλήγουρα , κλείσ΄τα παραθύρια, σκώθκει τφάνι (τιφώνας ). Τάχασε ο καημένος ο Φάνης , πυροκοκκίντσει δεν ήξερε τί να κάνει , γιατί νόμισε ότι το πρόσεξε η Λίτσινα που σκώθκει τ΄Φάνη...

Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2014

Η Γκόγκους, οι λύκοι κι τα σκλιά



Αυτός η Γκόγκους όλα τα ήξιρνι.. Φόντας γυρνούσι απ΄τα σφαχτά όλου μουλουγούσι ικι στου καφινείου τ΄Αρδουβαγγέλ’ που κάθουνταν καμιά δικαριά τρώιρα απου τα΄ξυλόσουμπα ,κι τόφκιανι ξαργού να πιεί κανα τσίπουρου..
-Τι χαμπάρια ρα Γκόγκου από Παλιουμάνα..βάρσει σήμιρα του ζλάπ΄;
-Έμ τι δε βάρσι;
Δεν τουν κινήχσαν τα σκλιά απου πίσου;
-Από πού χάλιβις να τουν κινηγήσ΄ν ..από μπρουστά;.....

Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2014

Η ερωτική...νταμιτζάνα


Μάης του 71..Εποχή που τα αγόρια με τις φαβορίτες ,καμπάνα 40 πόντους πανταλόνι, όλο μαγκιά.. Ανεξάρτητος πιά, καθώς είχα πέντε φράγκα στην τσέπη, πήρα το λεωφορείο απο Κοζάνη για Θεσσαλονίκη..Στον Πολύμυλο, είχε σκοτεινιάσει. Ανηφορίζαμε προς την Καστανιά, όλο στροφές, εγώ άφηνα να παρασύρει η φυγόκεντρος το σώμα μου, να ακουμπήσει την διπλανή μου , ένα μανούλι μινιφόρο που μ έκανε να ονειρεύομαι διάφορα,,,,Κι ενώ δεν με κοιτούσε, με άφηνε να τρίβω το ποδαράκι της.. Τρίψε τρίψε, εγώ ζούσα στο διάστημα..!!Φτάνοντας στην Ζωοδόχο πηγή, ακούω τον οδηγό...Πέντε λεπτα για καφέ και πάλι ξεκινάμε και ανάβει το φώς..Σηκώνονται όλοι, σηκώνεται και το μανούλι..αλλά το ποδαράκι που εγώ έτριβα ήταν στη θέση του..Τηράω και τί να δώ;..Τόση ώρα έτριβα μία τραμιτζάνα με κρασί! Δεν σας είπα ότι ο έρωτας είναι ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟΣ;;;

Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2014

Αρμεγμα..


Aφού η δικηόρους δεν μπόρεσε να πουλήσει την αγελάδα του πεθερού στο παζάρι, θέλησε να δοκιμάσει να την αρμέξει ο ίδιος. Πήγε μόνος του στο αχούρι,πήρε το μπραγατσούλι και δοκίμασε να αρμέξει..Με την πρώτη, κλωτσιά η αγελάδα γιατί την πόνεσε, πέρα το μπραγατσούλι. Βρήκε έναν πέδουκλα απ τό γουμάρι, δένει το ζερβί του πουδάρι απο το φράχτη..Ξανά πήγε να αρμέξει, μιά με το δεξί , ξανά πέρα του μπραγατσούλι...

Σκιπά σ´!

Στην Κοζάνη ήταν ένας κουλουράς,πήγαινε πέρα δώθε με τον ταβά...και φώναζε...Βαγγελή, Πανάιου, Τασιούλα, Θόδου..Πάρτε, κλούρια, σμίθια, ζηστούτσκα..Ήρθε κι ο Μήτρος με τη Βάγγιου (Μήτρινα) για να πάρουν το λεωφορείο, αλλα πετάχθηκε ο Μήτρος να πάρει κάτι τσιουκάνια απο τον Μπελιάτη. Η Βάγγιου τον καρτερούσε να γυρίσει, έβγαλε μια πετσέτα με ψωμοτύρι και έτρωγε.. Ξαφνικά βλέπει όλοι κοιτούσαν προς αυτήν και καρκαρίζονταν στα γέλια....

Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2014

Το καλό το γκόρτσο, το τρώει η γκαχελώνα

Όλα τα σιασέτια (χνέρια) τα΄έπαθα σι μια μέρα. Χαραιάτκα σκώθκα από του Βούτσια στουν Αγιώρ΄ικεί που θέρζει η μάνα μ΄. Πρησμένους στα τσιαγούλια (σαγόνια) κι στουν μπλέφουρα (μέτωπο) απ τα κνούπια,άς ήμαν κι μέσα στου σακκί, έκανα τ΄Μαντρινιά τουν κατήφουρου για να πααίνου στ΄Πάδη για κουρόμπλα. Στ ΄ στράτα βρίσκου ένα φιδόκαμπσου.Του παίρνου ,του βάζου στ΄θλειά απου τ΄σιαλβάρα κι αρχίντσα να πλαλώ για να μι πές΄κι να βρώ τίπουτα.Απ΄ του πουλύ του πλάλμα έβγαλα μια λούγκα (αδένας) χουντρή σαν κουκόσια(καρύδι)....

Απου ταύτου, Κουσταντούλου μ΄πρήσκεις

Αυτό που έπαθει η Κουσταντούλου δεν έχ΄μουλουγμό.Έγλιπει την κλιάτ΄ς που φούσκουνει κι δεν τ΄βουλούσει (χωρούσε)η τόπους . Ήταν τρανή ντρουπή αφού δεν είχει άντρα ,είχει σκουτουθεί στουν πόλιμου..Τρουιρνούσει από δώ, τρουιρνούσει απού κεί , πώς να του πεί στ΄ς γειτόν΄τσεις..Εκεί που ήταν ένα δειλνό στουν νουβρό(αυλή) μι του σκούνι(πλέξιμο) αρχίντσει να μουλουγάει..Απ΄λέτει μωρ γναίκεις ,του σιασέτ΄που μι βρήκει δεν έχ΄ μουλουγμό..!! Φόντας έσουσα του στούμπζμα κι πήγα να βάλου τα΄άχυρου στ΄ προυβάτα, (πέτρινο μαντρί)έπισα να κοιμπθώ.!! Έμ ΄μαναχιά γναίκα ,τι δα έφκιανεις,δε δα ξαποστάεις ΄ ! συμπληρώνει η Πανάιου..!! .....