ΚΑΤΟΧΗ... Πλήθος Γερμανών αρχαιολόγων αλώνιζαν την Ελλάδα... Μία Γερμανίδα αρχαιολόγος πέρασε από το χωριό αλλα έμεινε λόγω κακοκαιρίας... Βράδιασε, η Άντζυ (χαιδευτικό Ανγκέλας) πηγαίνει πρώτα σ΄ένα καφενείο και ζητάει αν μπορεί να μείνει το βράδυ...!!! Ο καφετζής την πηγαίνει σε ένα σπιτι που είχε ένα πατώσπιτο (μαντζάτο), και δυο δωμάτια πάνω που κοιμόταν δυο ανύπαντρα παιδιά...!!!
Ήταν στο σπίτι ο Μπαρμπα-Μήτσιος με την θειάκου Μήτσινα... Ήξερε η Άντζυ σπαστά Ελληνικά...!!! Κάτσει χυσιά μ’ λέει η θειά η Μήτσινα... τ΄νέφκιασει λίγο κουρκούτ’ την έδουσει κι ένα λιγγέρι ξυνόγαλου, μια φιλούτα ψουμί, κι όπους ήταν νησκιά τα γκανταλούσει ουδ’ έτσι...!!!
Ήταν στο σπίτι ο Μπαρμπα-Μήτσιος με την θειάκου Μήτσινα... Ήξερε η Άντζυ σπαστά Ελληνικά...!!! Κάτσει χυσιά μ’ λέει η θειά η Μήτσινα... τ΄νέφκιασει λίγο κουρκούτ’ την έδουσει κι ένα λιγγέρι ξυνόγαλου, μια φιλούτα ψουμί, κι όπους ήταν νησκιά τα γκανταλούσει ουδ’ έτσι...!!!
Τα σφαχτά τα είχαν στου Γιλαδόσταλοκι, τα βουσκούσει τα γαλάρια η Αντώντς κι τα στείρα η Βαγγέλτς, που ήταν κι μκρότιρους...!!! Αφού τα όρθουσαν στου μαντρί... έδουσαν κι τα σκλιά τα πιτιράδια... κι ήρθαν στου χουριό...!!! Ανοιγ’ν τ΄πόρτα κι γκουρλών’ τα μάτια μόλις βλέπ’ν ένα κουρίτσι άσπρου άσπρου... γαλατσιάνκου...!!! Τί χαλεύς ιδώ μα... έφαγις, ντιρλίκουσεις; Τ΄κρέν’ η Αντώντ΄ς... Τάκεσεν...!!! λέει η Άντζυ. Τάγκιασει του ξυνόγαλου αλλα γλέπου του γκαντάλτσεις...!!! Πααίνει η θειάκου Μήτσινα στρών’ βιλέντσεις κι φουνάζει τα πιδιά να τ΄φέρν’ απάν΄...!!! Σ΄έναν ουντά τα πιδιά κι στάλλου η Άντζυ...!!! Πού να κοιμπθούν τα πιδιά...!!! Άμ η Άντζυ κι αυτή δεν τ΄ν έπιανι ύπνους... Στου νουβρό ήταν κι τ’ αχούρι μι του γουμάρ’ ικεί ήταν κι η χρεία... Σκώθκει η Άντζυ για κατούρημα αλλά αλυχτούσαν τα σκλιά και ζήτησε να την πάει η Άντώντς....
Αχίντσαν να λαμανίζουντι σ’ ναχυρώνα κι αφου αργούσαν τους στουχάσκει κι η Βαγγέλτς!!! Κατιβαίνει κι αυτός κι έβγαζαν τα τζιούβια μέχρι τ΄χαράη... Προτού αρχίσ΄ν να λαμανίζουντι τσ’ λέει η Άντζυ... Φουρέστει αυτά τα λάστιχα να μην κάνου πιδί...!!! Σκώνουντι χαραή χαραή να πάν’ να απουλυκ’ν τα σφαχτά... Η Α΄ντώντς ήταν στου ένα του τσκάρ’ (ράχη ) κι η Βαγγέλτς στ’ άλλου. Πήγει μισμέρι...!!!
Ώ Αντών΄’!!! Σι νοιάζει άμα κάνει η Γερμανίδα πιδί ρα; Όχ’ ρα τι μι νοιάζ’...!!! ‘Ε!! Βγάλ’ τα λάστιχα να κατουρήσουμι ρα...!!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου